Παράκαμψη από Λέσβο

Ξυπνάς και είναι ακόμη σκοτάδι. Σε κατάσταση ζόμπι ετοιμάζεσαι, βάζεις ό,τι ρούχα έχεις – σε layers καλύτερα – μπαίνεις στο αμάξι, και γίνεσαι φραπές για 10′. Βγαίνεις από το αμάξι, παίρνεις ένα καφάσι με διάφορα περίεργα: κυάλια, θερμικές στολές, μπαταρίες, ένα μύλο καφέ, μπισκοτάκια (δεν θέλω να ξαναφάω ποτέ μου μπισκοτάκια), βάζεις το φακό κεφαλής και κουβαλάς το καφάσι σε ένα στενό μονοπάτι για 5′. Καλωσήλθες στη Juliet.

Juliet across Turkey

Η μέρα ξεκινάει και αρχίζεις να παρατηρείς κάθε λεπτομέρεια. Ψάχνεις για το παραμικρό φως που μπορεί να κάνει ένα κινητό, προσπαθείς να ακούσεις τους ήχους. Απέναντι μια θέα φοβερά οικεία, που δεν σου κάνει για άλλη χώρα – πόσο μάλλον ήπειρο. Τα ίδια ξερά βουνά, η ίδια θαμνοειδής βλάστηση (μετά τη Βραζιλία δεν μπορώ να το πω βλάστηση, αλλά ΟΚ, παραδέχομαι ότι ακόμη και τα ξερόχορτα μου έχουν λείψει). Καφέ, πράσινο, υπέροχο μπλε και σιγά σιγά ήλιος. Συχνά και σύννεφα και πολύς αέρας και βροχή, αλλά κυρίως ήλιος.

Έφτασα πριν σχεδόν 3 εβδομάδες και το πόστο μου, αυτό το παλιό τσίγκινο παρατηρητήριο 1×1, μου φαίνεται πλέον πολύ γλυκούλι και ‘cozy’. Εδώ θα φτιάξω τον καφέ μου, το τσάι μου, θα προστατευτώ από τον καιρό. Εδώ περνάω 5 ώρες κάθε μέρα. Έχω μάθει όλα τα σημεία του. Από εδώ βλέπω (ή έτσι ελπίζω) καθετί που περνάει στην βόρεια πλευρά του νησιού – καΐκια και τράτες, πολεμικά πλοία, φουσκωτά ομάδων διάσωσης, ένα ελικόπτερο, τα πλοία της γραμμής, εμπορικά.. και κάπου ανάμεσα σε αυτά, ενίοτε, κάτι μαύρες φουσκωτές βάρκες με πάρα πάρα πολύ κόσμο πάνω τους.

20160301_1134015 ώρες την ημέρα λοιπόν αγναντεύω, συζητάω, σκέφτομαι. Κάθε τόσο το μυαλό μου σταματάει και αρχίζει τις ερωτήσεις. Πού είμαι? Τι βλέπω? Τι μέρα είναι? Τι σημασία έχει? Γιατί συμβαίνει όλο αυτό?

5 ώρες κάθε μέρα, που ενίοτε δεν περνάνε. Πόσες συζητήσεις να κάνεις? Πόσα βιβλία να διαβάσεις? Πόσες παρτίδες ντόμινο να παίξεις? Πόσες φορές να ακούσεις την ίδια μουσική από το κινητό σου? Άσε που δεν έχει σήμα και κάθε φορά που θέλω να χαζέψω στο ίντερνετ απλά καταλήγω να εκνευρίζομαι (έχει μετρήσει κανείς άραγε πόσο χρόνο χάνουμε πλέον από τη ζωή μας περιμένοντας να ανοίξει ή να ξεσκαλώσει μία συσκευή και να φορτώσει μία σελίδα?). Η πρώτη εβδομάδα ήταν πιο εύκολη, ήταν όλα καινούρια ακόμη και ενδιαφέροντα – τώρα πια είναι μια ρουτίνα κι έτσι η διάθεση δεν είναι πάντα η ίδια. Είναι περίεργο να έχεις 5 ώρες στο ίδιο σημείο και απλά να κοιτάζεις και να περιμένεις. Και στις υπόλοιπες ώρες κοιμάσαι, τρως, περνάς χρόνο με την ομάδα και φτου κι απ’ την αρχή.

Περνάω αρκετό χρόνο με τον εαυτό μου αλλά και αρκετό με ανθρώπους που έχω γνωρίσει εδώ. Έχω πετύχει και περίοδο που για κάποιο λόγο οι βάρκες έχουν λιγοστέψει αισθητά, οπότε δεν έχει πολλή ‘δουλειά’. Είναι η ηρεμία πριν την καταιγίδα? Έχει αλλάξει κάτι στην απέναντι μεριά? Κάθε μέρα βρισκόμαστε στη γραμμή ανάμεσα στην τσίτα και την χαλάρωση – τίποτα δεν συμβαίνει, μέχρι να συμβεί και να ξυπνήσουμε όλοι.

Δεν ξέρω τι να εύχομαι. Να έρθουν οι βάρκες και να ξέρω ότι μπορώ να τους βοηθήσω – και να μην βαριέμαι κιόλας? Ή να μην έρθουν γιατί δυστυχώς είναι επικίνδυνο αυτό το πέρασμα και το ρίσκο τόσο μεγάλο? Σε κάθε περίπτωση, όσο προσπαθούμε παράλληλα να πετύχουμε αυτό το #safepassage, η ομάδα εδώ περιμένει, δρα και αντιδρά για όσο χρειαστεί.

Ξαφνικά βλέπεις κάτι και παλεύεις να αποφασίσεις αν είναι ψαράδικο ή βάρκα με πρόσφυγες. Ξύλινη βάρκα, σκάφος αναψυχής της κακιάς ώρας ή μαύρο φουσκωτό? Πόσο κόσμο έχει πάνω? Φοράνε σωσίβια? Κατά πού κατευθύνεται? Γιατί κάνει ζιγκ ζαγκ? [Επειδή οι περισσότεροι δεν έχουν δει ποτέ τους θάλασσα, δεν ξέρουν να οδηγούν, πόσο μάλλον να κολυμπούν, να γιατί.] Πόσο μπατάρει η βάρκα? Πόσο κοντά είναι οι άνθρωποι στο νερό? Τι σκατά ερωτήσεις είναι αυτές και γιατί βρίσκομαι στη θέση να πρέπει να τις απαντήσω?

Σε λίγες στιγμές ένας ολόκληρος μηχανισμός παίρνει μπροστά. Δουλεύει εντυπωσιακά καλά. Ομάδες εντελώς διαφορετικές, από όλη την Ευρώπη και όχι μόνο, τοπικές πρωτοβουλίες και μεγάλες διεθνείς οργανώσεις, εθελοντές οι περισσότεροι, καταφέρανε να δουλεύουν με επαγγελματισμό. Αντιμετώπισαν τεχνικές δυσκολίες, κάνανε λάθη, είχαν απώλειες. Ζήσανε πράγματα που δεν θέλω να μου περιγράφουν. Κολυμπάνε σε εντελώς άγνωστα νερά και έχουν κυριολεκτικά σώσει ζωές. Ξαφνικά η συμβολή μου μου φαίνεται τόσο μικρή.

Αλλά ΟΚ, δεν είναι, ο καθένας έχει το ρόλο του. Εγώ βλέπω από μακριά, είμαι η πρώτη, ίσως η μόνη που μπορεί να δει μια βάρκα σε ανάγκη. Μου αρέσει η ευθύνη, μου αρέσει όμως και που έχω την απόσταση. Από κοντά δεν ξέρω αν θα το άντεχα. Από κοντά έρχεσαι αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν νοιώθω έτοιμη να αποδεχτώ. Προτιμώ το ροζ μου συννεφάκι. Έχω την πολυτέλεια να ξέρω ότι βοηθάω, να προσφέρω μία λύση, έστω κι έτσι. Και να θαυμάζω αυτούς που καταφέρνουν να μειώσουν αυτή την απόσταση. 

Εγώ μετά τη βάρδιά μου θα κάνω ένα ντους, θα πάω για φαγητό, θα πιω και το κρασί μου. Θα έχω παρέα αυτό το περίεργο τσούρμο ανθρώπων που έχουν έρθει από Χιλή, Νέα Ζηλανδία, Αμερική και Ευρώπη για να προσφέρουν εθελοντικά τη γνώση, την εμπειρία, την ψυχραιμία και την ανθρωπιά τους. Έχω ακούσει απίστευτες ιστορίες. Κάποιοι είναι αυτό που λέμε ‘δεινόσαυροι’, άπειρα χρόνια στην οργάνωση. Άλλοι έχουν περάσει μήνες και χρόνια σε εμπόλεμες ζώνες και είναι απλά τόσο περίεργα κουλ για να το συζητάνε. Είναι όλοι τόσο καλοί.

Μου λέγανε ότι θα πάθω νίλα εδώ. Δεν την έχω πάθει, ίσως γιατί πέτυχα αυτή την ‘ήρεμη’ περίοδο κι έτσι τη ‘γλύτωσα’. Όμως καταλαβαίνεις ότι το νησί είναι σαν να βρίσκεται σε άλλη διάσταση. Από τη μία βλέπεις αμέτρητα σωσίβια μαζεμένα και σπασμένες ή σκισμένες βάρκες. Από την άλλη βλέπεις παντού ανθρώπους που προσφέρουν ό,τι έχουν και δεν έχουν. Και ανθρώπους που φτάνουν εδώ και χαμογελάνε. Εγώ και πάλι, απλώς το δέχομαι και κάνω αυτό που ήρθα να κάνω. Δεν θα κάνω τον πόλεμο να σταματήσει από εδώ που είμαι. Αλλά θα κάνω ό,τι μπορώ για αυτούς τους ανθρώπους που τα ρισκάρουν όλα για το αυτονόητο δικαίωμα στη ζωή.

Πριν φύγω από Αθήνα μου ευχήθηκε η μητέρα μου να περάσω καλά. Μου φάνηκε τόσο παράταιρη η ευχή, δεδομένου το που πήγαινα. Όμως τελικά, είχε ένα point. Περνάω καλά. Ευχαριστιέμαι ένα ελληνικό νησί που δεν ξέρω πότε θα ξαναδώ. Γνωρίζω απίστευτους ανθρώπους. Είμαι χρήσιμη. Μαθαίνω πράγματα. Περνάω καιρό με παλιούς μου φίλους και συνεργάτες που είχα τόσο καιρό να δω (και θα κάνω ίσως άλλο τόσο ή και περισσότερο). Βλέπω από κοντά πώς είναι αυτή η άλλη κρίση που διάβαζα στο ίντερνετ άλλοτε ωραιοποιημένη, άλλοτε υπό φοβερά συντηρητική και ξύλινη σκοπιά. Λαμβάνω από φίλους μου πολλά μηνύματα συμπαράστασης και θαυμασμού. Με ευχαριστεί και μου φαίνεται περίεργο γιατί αλήθεια, δεν κάνω κάτι τόσο δύσκολο, άσε που αισθάνομαι τόσο καλά. Ξέρω ότι ανήκω στους προνομιούχους. Όχι μόνο μπορώ να βοηθήσω, αλλά επιλέγω και το πως. Εκτιμώ και πάλι όλα μου τα προνόμια λοιπόν. Ελπίζω να το θυμάμαι αυτό, εξίσου έντονα, όταν θα είμαι πια πολύ μακριά από εδώ.

Για την ώρα, είμαι πολύ χαρούμενη που είμαι εδώ. Σε μια από τις βραδινές συζητήσεις που συμβαίνουν αρκετά, σχετικά με το ρόλο μας και γενικά την οργάνωση, μου είπε μία κοπέλα ότι “συχνά αισθανόμαστε τύψεις που περνάμε καλά καθώς σώζουμε τον πλανήτη. Δεν θα ‘πρεπε. Κάνω κάτι που πιστεύω και γουστάρω πολύ που το κάνω”.

Κι εγώ.

Leave a comment